Πρωτοεμφανίζονται στην παιδική ηλικία και νωρίς στην ενήλικη ζωή.
Αυτοί που εμφανίζονται κατά τη γέννηση ή μέσα στα δύο πρώτα χρόνια της ζωής λέγονται συγγενείς σπίλοι. Οι σπίλοι που εμφανίζονται αργότερα ονομάζονται επίκτητοι.
Οι σπίλοι τείνουν να αυξάνονται σε αριθμό, ιδίως κατά τις τρεις πρώτες δεκαετίες της ζωής του ατόμου. Κατόπιν σταθεροποιούνται και με την πάροδο του χρόνου μπορεί να υποστρέψουν.
Εμφάνιση νέας βλάβης σε μεγάλη ηλικία πρέπει να παρακολουθείται.
Άτομα α) με πολλούς σπίλους (>50) ή β) άτομα με πολλαπλούς άτυπους σπίλους (με πολυμορφία στο χρώμα ή ασυμμετρία στο δίκτυο της χρωστικής ή ανομοιογένεια στο σχήμα) οι οποίοι εμφανίζονται συνήθως σε θέσεις του σώματος που εκτίθενται στον ήλιο περιοδικά π.χ. στη ράχη, εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο για μελάνωμα. Το μελάνωμα εμφανίζεται συνήθως σε νέα θέση πάνω στο σώμα, και όχι επί ενός από τους προϋπάρχοντες σπίλους του ατόμου.
Δεδομένου ότι το μελάνωμα στα αρχικά του στάδια μπορεί να έχει την ίδια εικόνα με έναν σπίλο, γίνεται αντιληπτό ότι όλοι οι ασθενείς με σπίλους πρέπει να ελέγχονται.
Η δερματοσκόπηση μπορεί να εντοπίσει πρώιμα την ύπαρξη μελανώματος. Είναι μια απεικονιστική τεχνική χωρίς παρέμβαση, με τη βοήθεια ενός φακού χειρός που λέγεται δερματοσκόπιο. Ο δερματολόγος με αυτόν τον τρόπο διακρίνει μορφολογικά χαρακτηριστικά των σπίλων τα οποία δεν μπορεί να ανιχνεύσει με την απλή κλινική εξέταση.
Αφού εξεταστεί ο κάθε σπίλος ξεχωριστά, θα αποφασιστεί αν πρέπει απλά να συνεχιστεί η παρακολούθησή του ή αν πρέπει αυτός να αφαιρεθεί.
Παρ’ όλα αυτά οι περισσότεροι σπίλοι είναι καλοήθους φύσεως. Η κατάλληλη εκπαίδευση και εξειδίκευση του Δερματολόγου είναι απαραίτητες για την ασφαλή κλινική διάγνωση και διάκρισή τους από κακοήθεις βλάβες, ούτως ώστε να καθησυχαστούν οι ασθενείς μας και ενδεχομένως να βοηθηθούν να αποφύγουν περιττές χειρουργικές επεμβάσεις.